top of page
dISCOVERlIFEradio copy2.png
Μια διαφορετικη ματιά στη ζωή σου.png
pexels-photo-259249.jpeg

ΠΡΟΣΔΟΚΩΝΤΑΣ

Την ανάσταση της Ελληνικής Οικονομίας! 

του Τάσου Μαρκουλιδάκη

ΤΕΥΧΟΣ 02 - ΠΑΣΧΑ 2021

39882_10150245426045397_4163439_n.jpg


Ύστερα από μία δεκαετία κρίσης χρέους και μνημονίων, η πατρίδα μας και η κυβέρνηση της βρέθηκε αντιμέτωπη με μία διπλή υγειονομική και οικονομική κρίση του κορωνοϊού το 2020. Το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 10%, όσο και στην κορύφωση της κρίσης χρέους το 2011. Τα μέτρα στήριξης της οικονομίας και η συνακόλουθη πρωτοφανής δημοσιονομική επέκταση εκτίναξαν το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης στο 10% του ΑΕΠ, ενώ τα προηγούμενα έτη έπρεπε να επιτύχουμε πρωτογενές πλεόνασμα (όταν τα έσοδα είναι περισσότερα από τα έξοδα δίχως να υπολογίζουμε την εξυπηρέτηση του χρέους)  της τάξεως του 3,5%. Στα τέλη του 2020 το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε 31% κάτω από το επίπεδο του 2009, η ανεργία αυξήθηκε στο 16% παρά τα μέτρα στήριξης, και το χρέος ανέβηκε στο υψηλότερο επίπεδο που καταγράφηκε ποτέ, τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ (210%). Οι περισσότερες εκτιμήσεις για το 2021 αναφέρουν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κινηθεί γύρω στο 5%, με το ΑΕΠ να ανακάμπτει στο καλό σενάριο το 2022 στο επίπεδο του 2019.
Σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη της οικονομικής ανάπτυξης θα διαδραματίσουν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία για την χρηματοδότηση της οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με το πρόγραμμα έκτακτης ρευστότητας PEPP, που θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το Μάρτιο 2022. Η Ελλάδα στη παρούσα συγκυρία δανείζεται από τις αγορές με τα χαμηλότερα επιτόκια στην ιστορία της. Τα επόμενα έξι χρόνια θα εισρεύσουν 32 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές 2018 από το Ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης “Next Generation EU” (NGEU) για την περίοδο 2021-2026, από τα οποία περίπου 19 δισεκατομμύρια θα είναι επιχορηγήσεις. Τα υπόλοιπα 13 δισεκατομμύρια θα είναι χαμηλότοκα δάνεια που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις της τάξης των 25-30 δισεκατομμύρια με μόχλευση από ιδιωτικά κεφάλαια.
Η χώρα έχει μπροστά της μία δεκαετία μέχρι το 2032 για να βάλει τα δημοσιονομικά μεγέθη σε βιώσιμη τροχιά, οπότε λήγει η περίοδος χάριτος για τα δάνεια ύψους περίπου 100 δισ. από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και αρχίζουν οι αποπληρωμές τοκοχρεολυσίων.
Tο δημόσιο χρέος της χώρας έχει φτάσει τα 345 δισ. Ευρώ. Αν προστεθούν και τα repos τότε το χρέος της πατρίδας μας ανέρχεται στα 375 δισ. ευρώ.  Το χρέος των ΗΠΑ το 2021 αναμένεται να ξεπεράσει το 146% του ΑΕΠ από 108,9% το 2019, το χρέος της Γαλλίας να ξεπεράσει το 123% από 98,1% το 2019 και το χρέος της Ιταλίας να ξεπεράσει το 161% από 134% το 2019.
Οι ειδήμονες βλέπουν το ελατήριο της Ελληνικής οικονομίας να εκτινάσσεται το 2022. Για πρώτη φορά, εξαιτίας των γρήγορων ρυθμών εμβολιασμού, φαίνεται φως στην άκρη του τούνελ της επιδημίας. Η αποκατάσταση της κανονικότητας όμως θα αρχίσει να αποκαλύπτει το μέγεθος της μεγάλης ζημιάς που έχει υποστεί η πραγματική οικονομία.
Ένα μεγάλο πρόβλημα θα είναι οι προβληματικές επιχειρήσεις όταν σταδιακά θα αρχίσουν να αποσύρονται οι επιδοτήσεις και θα "από-διασωληνώνονται" από τα κρατικά και τραπεζικά ταμεία. Με βάση μελέτες του ΟΟΣΑ αλλά και διεθνών οίκων οικονομικής αξιολόγησης περίπου το 25-30% των Ελληνικών επιχειρήσεων πριν την επιδημία αξιολογούνταν σαν "νεκροζώντανες" (ζόμπι). Συγκεκριμένα, στην Ελληνική αγορά υπάρχουν 745 μεγάλες εταιρείες «ζόμπι», που παρουσιάζουν σοβαρή συρρίκνωση εσόδων και μηδενική ή αρνητική κερδοφορία. Σύμφωνα με μια παλαιότερη έρευνα της PricewaterCooper του 2015 από ένα σύνολο 2.824 ελληνικών επιχειρήσεων με τζίρο πάνω από 10 εκατ. ευρώ που αντιπροσώπευαν το 25% του ΑΕΠ και απασχολούσαν περί τις 480 χιλ. εργαζόμενους μόνο 931 λογίζονταν σαν υγιείς και δυναμικές, ενώ περί τις 1.893 (σχεδόν τα δύο τρίτα) βρίσκονταν στην κατηγορία της "γκρίζας ζώνης" και των "ζόμπι".
Ως επιχειρήσεις «ζόμπι», αναφέρονται οι επιχειρήσεις με μη βιώσιμο δανεισμό. Δηλαδή, οι εταιρίες που  έχουν αρκετά έσοδα προκειμένου να καλύψουν την καταβολή των τόκων για τα δάνεια που έχουν λάβει. Συνεπώς,  θα έχουν πρόβλημα όταν οι πληρωμές δανείων και των λοιπών υποχρεώσεων που ανεστάλησαν μαζί με πολλές από τις δραστηριότητες, θα πρέπει να αρχίσουν να εξυπηρετούνται.
Να σημειωθεί ότι, με βάση τον κοινοτικό ορισμό, μια επιχείρηση θεωρείται προβληματική όταν:
• Έχει απωλέσει πάνω από το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της λόγω συσσωρευμένων ζημιών.
• Υπάγεται σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία ή πληροί τις προϋποθέσεις του εθνικού δικαίου όσον αφορά την υπαγωγή της σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία έπειτα από αίτημα των πιστωτών.
• Έχει λάβει ενίσχυση διάσωσης και δεν έχει ακόμη αποπληρώσει το δάνειο ή λύσει τη σύμβαση εγγύησης, ή που έχει λάβει ενίσχυση αναδιάρθρωσης και υπόκειται ακόμη σε σχέδιο αναδιάρθρωσης.
Το ποσοστό Ελληνικών επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται ως νεκροζωντανές βρίσκεται στο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπης και σε πολύ υψηλότερο σε σχέση με γείτονες χώρες (10% στην Ιταλία και Βουλγαρία).  
Η εικόνα αυτή, σύμφωνα με έκθεση της Pricewater Cooper που αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες παροχής φορολογικών συμβουλών, οφείλεται στους εξής λόγους. «Το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας, όπως αυτό διαμορφώθηκε τα χρόνια της κρίσης, δεν συνάδει με συστηματική ανάπτυξη. Δεν παρακινείται από την κατανάλωση, καθώς οι εξαγωγές δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν. Δεν παρακινείται ούτε από τις επενδύσεις, καθώς οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν θέλουν να επενδύσουν ή δεν είναι σε θέση να ενσωματώσουν καινοτόμες ιδέες. Το κράτος δεν υποστηρίζει την οικονομία, δεν επενδύει, δεν διευκολύνει την ιδιωτική οικονομία και καταναλώνει περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Επίσης, η οικονομία δεν μεταμορφώθηκε μετά το σοκ της κρίσης. Αντιθέτως, διατήρησε τη δομή της, αντιστάθηκε στις αλλαγές, οι επενδύσεις συρρικνώθηκαν και η τεχνολογική της βάση αποδυναμώθηκε και έχασε μέρος της αξίας της».
Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) εκτιμά ότι στις αναπτυγμένες οικονομίες το ποσοστό των εταιρειών «ζόμπι» αυξήθηκε από 4% στα μέσα της δεκαετίας του 1980 σε 15% το 2017. Σχεδόν μία στις έξι εισηγμένες εταιρείες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ζόμπι» πριν από την πανδημία. Τη δεκαετία του 1980 ήταν η μία στις 20.
Την περίοδο της πανδημίας έχουν ελαχιστοποιηθεί οι πτωχεύσεις και επιβιώνουν στον αναπνευστήρα αμέτρητες επιχειρήσεις που χωρίς την παρέμβαση των κυβερνήσεων θα είχαν καταρρεύσει. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκφράζει όμως φόβους πως οι νεκροζώντανες αυτές επιχειρήσεις ενδέχεται να συντελέσουν στο να υπάρξει μία ακόμη «χαμένη δεκαετία» στασιμότητας με τη συνεισφορά, βέβαια, της πανδημίας.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν μια δύσκολη άσκηση ισορροπίας, τονίζει το Ινστιτούτου Bruegel στις Βρυξέλλες σε πρόσφατη ανάλυσή του.
«Η υποστήριξη μη παραγωγικών και μη βιώσιμων επιχειρήσεων για πολύ καιρό θα μπορούσε να επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη στο μέλλον, ενώ η απόσυρση της υποστήριξης πρόωρα θα εμβαθύνει την τρέχουσα ύφεση, αφήνοντας δυνητικά μόνιμα σημάδια στην οικονομία», τονίζει το Bruegel. «Η προσπάθεια στόχευσης της υποστήριξης με τη διαφοροποίηση των πραγματικών «ζόμπι» από εκείνες τις εταιρείες που θα ήταν βιώσιμες ελλείψει της πανδημίας είναι μια δύσκολη και δαπανηρή εργασία με υψηλό κίνδυνο», προσθέτει το ινστιτούτο.
Βεβαίως πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν οικογένειες και άνθρωποι. Η πτώχευση των εταιρειών αυτών, θα εκτινάξει την ανεργία, ιδίως για άτομα χαμηλής ειδίκευσης. Επιπρόσθετα, τα κανόνια στην αγορά θα οδηγήσουν σε αύξηση του ιδιωτικού και ειδικά του μη εισπράξιμου χρέους που θα πρέπει ενδεχομένως να διαγραφεί. Τέλος, θα αυξηθούν περαιτέρω τα κόκκινα δάνεια με το δημόσιο να καλείται να καλύψει όχι μόνο τα σπασμένα, αλλά και να ενισχύσει όσους χάσουν την δουλειά τους.
Πολλές ελπίδες έχουν εναποτεθεί στον νέο πτωχευτικό κώδικα που σύντομα θα τεθεί σε εφαρμογή. Στην Ελλάδα, τα προ-πανδημίας στοιχεία δείχνουν ότι τα δάνεια των ζόμπι εταιρειών άγγιζαν τα 15 δισ. ευρώ και οι οφειλές προς τρίτους ανέρχονταν στα 10 δισ. ευρώ.
Με δημόσιο χρέος περί τα 375 δισ., με τα χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία να ανέρχονται σε περί τα 40 δισ., τις ανεξόφλητες οφειλές προς το Δημόσιο να έχουν αυξηθεί σε πάνω από 120 δισ. και τα "κόκκινα δάνεια" να έχουν σκαρφαλώσει σε πάνω από 50 δισ., η χώρα θα αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις στο μέλλον.
Οι κίνδυνοι από το εξωτερικό περιβάλλον συνδέονται όχι μόνο με την απειλητική στάση της Τουρκίας, αλλά κυρίως με την αβεβαιότητα ως προς τη διάρκεια και την ένταση της πανδημίας, με πιθανή μια βραδύτερη και πιο αδύναμη ανάκαμψη της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομίας.
Κομβικό στοιχείο θα είναι οι μεταρρυθμίσεις κυρίως στην κατεύθυνση του απαραίτητου ψηφιακού μετασχηματισμού. Το πρόβλημα με τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα δεν είναι η περιγραφή τους σε μια έκθεση ή ένα άρθρο, αλλά η αναζήτηση των ανθρώπων με τη θέληση και το κουράγιο να τις εφαρμόσουν. Η χώρα δεν χρειάζεται μονάχα μεγάλες μεταρρυθμίσεις, αλλά και πολλές μικρές σε πολλαπλούς τομείς που μπορούν να αλλάξουν και διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών προς το καλύτερο.

__________________________________________________________

Ο Τάσος Μαρκουλιδάκης είναι ποιμένας της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας της Νίκαιας.

Σπούδασε Μάρκετινγκ και Επικοινωνία στο Οικονομικο Πανεπιστήμιο Αθηνών

και έκανε μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων στην Καλιφόρνια και στη θεολογία στη Βοστωνη.

pexels-branimir-balogović-3959485.jpg

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΙΟΥ

στην παγκόσμια και ελληνική κοινωνία;

του Τάσου Μαρκουλιδάκη

25 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 - ΤΕΥΧΟΣ 0

39882_10150245426045397_4163439_n.jpg

Στην αρχή του 2020, η παγκόσμια οικονομία είχε μόλις ολοκληρώσει τη δέκατη συνεχή χρονιά αδιάκοπης ανάπτυξης. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι και κυβερνητικοί αξιωματούχοι που είχαν οικονομικούς ρόλους πίστευαν και διακήρυτταν ότι η ανάπτυξη θα διαρκούσε για πολλά ακόμη χρόνια.

Όμως μέσα σε δύο μόλις μήνες, ένας μυστηριώδης νέος ιός που εντοπίστηκε στην Κίνα τον Δεκέμβριο του 2019 άρχισε να εξαπλώνεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο, θρυμματίζοντας αυτές τις προσδοκίες και προκαλώντας τη βαθύτερη παγκόσμια ύφεση εδώ και ολόκληρες γενιές. 

 

Η πανδημία τίναξε στον αέρα το παγκόσμιο εμπόριο, με τον όγκο των εξαγωγών να κατακρημνίζεται ξαφνικά στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί εδώ και μια δεκαετία.

Η οικονομική κρίση που επέφερε ο κορωνοϊός οδήγησε σε πρωτόγνωρα επίπεδα κρατικής οικονομικής στήριξης. Οι κυβερνήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο προστάτευσαν τις οικονομίες από ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή, αύξησαν όμως και τον ήδη τεράστιο όγκο του παγκόσμιου κρατικού χρέους, εγείροντας ερωτήματα για το κατά πόσον η επόμενη κρίση που θα πρέπει να αντιμετωπίσει ο πλανήτης θα σχετίζεται με την οικονομική στενότητα. Οι κυβερνήσεις αύξησαν τις δαπάνες, ώστε να προστατεύσουν θέσεις εργασίας και να στηρίξουν εργαζομένους. Τα έως τώρα μέτρα που έχουν λάβει οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο υπερβαίνουν τα 12 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ. Ως αποτέλεσμα, οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, οι οποίες επιβαρύνονται με ρεκόρ χρέους ύψους 13 τρισ. δολαρίων.

 

Στη χώρα μας και στις υπόλοιπες χώρες κυρίως του Ευρωπαϊκού Νότου υπάρχει μία τεράστια επιδείνωση των δημοσιονομικών ισοζυγίων, μεγάλα ελλείμματα, καθώς και σημαντική αύξηση  του χρέους, που έχει προκαλέσει φόβους για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, καθώς και για μία νέα κρίση χρέους. Οι κίνδυνοι σύμφωνα με τους ειδικούς περιορίζονται σημαντικά λόγω της τεράστιας στήριξης σε όλη την Ε.Ε. (αγορές ομολόγων της ΕΚΤ, Ταμείο Ανάκαμψης, πρόγραμμα SURE κ.λπ.) η οποία αντισταθμίζει και με το παραπάνω τα μεγάλα ελλείμματα στη Νότια Ευρώπη στο βραχυπρόθεσμο διάστημα.

Η πανδημία θα μπορούσε να στοιχίσει  με βάση τα ιστορικά προηγούμενα των προηγούμενων πανδημιών στην παγκόσμια ανάπτυξη μια «χαμένη δεκαετία με απογοητευτική ανάπτυξη» σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα που βλέπει συγκρατημένη ανάπτυξη μετά τον κορωνοϊό που πυροδότησε τη χειρότερη οικονομική ύφεση από  τον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας, η οποία υποβάθμισε την πρόβλεψή της για τους ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας την περίοδο 2020-2029, η παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί στο 1,9% ετησίως από το 2020 έως το 2029- προϋποθέτοντας ότι η οικονομία λειτουργεί με πλήρη απασχόληση και παραγωγική ικανότητα. Πριν από την πανδημία, η ανάπτυξη αναμενόταν να είναι 2,1% ετησίως κατά τη διάρκεια της δεκαετούς περιόδου.

Η πανδημία του κορωνοϊού είχε τεράστιο αντίκτυπο το 2020 στις θέσεις εργασίας, παγκοσμίως, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, με πέραν των 250 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας να έχουν χαθεί. Αυτή είναι η πιο σοβαρή κρίση για τον κόσμο της εργασίας από τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930.

 

Στη θετική πλευρά των πραγμάτων, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στις περισσότερες οικονομίες, έχουν ισχυρό κίνητρο να υποστηρίξουν την οικονομική δραστηριότητα, να ενισχύσουν την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό κοντά στους στόχους των κεντρικών τραπεζών, τόσο από τη νομισματική όσο και από τη δημοσιονομική πλευρά.  Επίσης, οι οικονομίες έχουν γίνει πιο ανθεκτικές στη πανδημία. 

Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι το 2020 το ΑΕΠ συρρικνώθηκε πάνω από -10%, οι πραγματικές επενδύσεις κατά -15%, το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα διευρύνθηκε πλέον του -8% (+3,6% το 2019), το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμα προσέγγισε τα € 19 δισ., το δημόσιο χρέος εκτοξεύτηκε στο 209% του ΑΕΠ, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών χειροτέρεψε ραγδαία, προσεγγίζοντας τα -€12 δισ., η ανεργία κινήθηκε άνω του 17%, τα προσωπικά εισοδήματα μειώθηκαν και η υπερχρέωση των επιχειρήσεων αυξήθηκε επικίνδυνα.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, μία σειρά δυναμικών προ πανδημίας κλάδων αντιμετωπίζουν σοβαρά και συνεχόμενα προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένους κλάδους όπως οι αερομεταφορές, τα ταξίδια και η διασκέδαση, οι αλυσίδες λιανικής, η εστίαση, οι τουριστικές δραστηριότητες, ο ξενοδοχειακός κλάδος, το οικοσύστημα των αεροδρομίων, οι εφοδιαστικές αλυσίδες προϊόντων χονδρικής, οι κρουαζιέρες, τα διαρκή και πολυτελή αγαθά, τα υλικά οικοδομής, η ιδιωτική εκπαίδευση και οι εταιρείες πετρελαίων και φυσικού αερίου.

Η στήριξη της οικονομίας, ύψους € 31,4 δισ. για το 2020 και 2021, τα άνευ προηγουμένου μέτρα παροχής ρευστότητας και μείωσης των επιτοκίων που υλοποιεί η ΕΚΤ (οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανειστεί € 40 δισ. από την ΕΚΤ) και οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, προεξέχοντος του Σχεδίου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας (€ 32 δισ. για την Ελλάδα), δίνουν μία νότα αισιοδοξίας για το μέλλον.

Η Ελλάδα έχει την επόμενη ημέρα της πανδημίας να αντιμετωπίσει τρεις σημαντικές προκλήσεις. Την ανάγκη αποκατάστασης της δημοσιονομικής σταθερότητας και βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους μετά την πανδημία, την υπερχρέωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων και την ανάγκη περαιτέρω και ουσιαστικής εξυγίανσης του τραπεζικού τομέα, καθώς και το μεγάλο βαθμό υπό επένδυσης και υπερφορολόγησης τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με τον Νίκο Καραμούζη, Πρόεδρο της Grant Thornton.

Περίπου 700 χιλιάδες έχουν χάσει εισόδημα κατά την περίοδο των lockdown, αλλά υπάρχουν και άλλα 2 εκατομμύρια περίπου του ιδιωτικού τομέα και 1 εκατομμύριο του δημοσίου τομέα που συνεχίζουν να αμείβονται κανονικά.

Στην προσπάθεια ταχείας επανόδου στην κανονικότητα, θα συμβάλλουν τα περίπου 15 δισ. ευρώ της αύξησης των καταθέσεων από τον Μάρτιο του 2020 μέχρι σήμερα.

Στις ΗΠΑ υπολογίζουν πως την επόμενη της πανδημίας υπάρχει περί το 1 τρισ.  δολ. που έχει συσσωρευτεί στις τράπεζες και θα αρχίσει να πλημμυρίζει την οικονομία από το επόμενο φθινόπωρο. Κάποιοι μάλιστα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, θεωρώντας ότι η απότομη αύξηση της ζήτησης μπορεί να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις.

Συμπερασματικά, η ανάρρωσή της παγκόσμιας οικονομίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ταχύτητα με την οποία θα ολοκληρωθούν οι εκστρατείες μαζικού εμβολιασμού. Οι προβλέψεις  αμφίβολη σημασία έχουν με τις μεταλλάξεις να κρέμονται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τις κοινωνίες των ανθρώπων. Στην Ελλάδα δεν προβλέπω οικονομική ανάκαμψη τύπου V το 2021. Η μεταβολή του ΑΕΠ θα είναι θετική το 2021, αλλά οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας θα επεκταθούν καθ΄όλη τη διάρκεια του έτους και θα επηρεάσουν και τις επόμενες χρονιές. Η επάνοδος θα είναι μακρά, άνιση και αβέβαιη. Η πανδημία της Covid-19 θα αφήσει σημαντικές οικονομικές πληγές σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο.

Η Ελληνική οικονομία χρειάζεται μία νέα επανάσταση ψηφιοποίησης του κράτους και επένδυσης των επιχειρήσεων στον ψηφιακό μετασχηματισμό ακολουθώντας διεθνώς αναγνωρισμένες πρακτικές, ώστε να ανταπεξέλθουν στις νέες επιχειρηματικές προκλήσεις και να γίνουν πιο ανταγωνιστικές στο σύγχρονο παγκόσμιο περιβάλλον. Η οικονομία μας πρέπει να προσαρμοστεί σε πρακτικές υποστήριξης της καινοτομίας και τεχνολογικής εξέλιξης και να αναπτύξει ένα σύγχρονο μοντέλο παραγωγής που θα βασίζεται σε δύο άξονες: την ψηφιακή οικονομία και την επιστημονική έρευνα, ώστε να επιτύχει  200 χρόνια μετά την ίδρυση του κράτους, πρόοδο και ευημερία σε όλους τους τομείς.

__________________________________________________________

Ο Τάσος Μαρκουλιδάκης είναι ποιμένας της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας της Νίκαιας.

Σπούδασε Μάρκετινγκ και Επικοινωνία στο Οικονομικο Πανεπιστήμιο Αθηνών

και έκανε μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων στην Καλιφόρνια και στη θεολογία στη Βοστωνη.

Untitled.jpg
Untitled2.jpg
Untitled3.jpg
Untitled4.jpg
bottom of page